Μετάβαση στο περιεχόμενο

The Berlin Sessions II: Mein Berlin

22 Απριλίου, 2013

IMG_20130421_054109-polaΤην πρώτη φορά που πήγα στη Γερμανία ήταν περίπου στα μέσα της δεκαετίας των 00s, στη μετα-ευρώ εποχή της ευδαιμονίας και του ενθουσιασμού για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Με μια ομάδα νέων κοινωνικών επιστημόνων κλειστήκαμε για δέκα μέρες σε μια μικρή πανσιόν σε ένα δάσος κοντά στη Βόννη και μαζί επιχειρήσαμε να διερευνήσουμε και να συνθέσουμε τη νέα μας κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα, συνάρτηση όλων των αξιών και των κατακτήσεων επί ευρωπαϊκού εδάφους, που όμοια της δεν υπήρξε πουθενά αλλού στον κόσμο. Ούτε στην Αμερική ή την Αυστραλία, ούτε φυσικά στην Αφρική ή την Ασία δόθηκαν ποτέ τόσες μάχες για ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη, εδώ η Αναγέννηση, εδώ ο Διαφωτισμός, εδώ η Γαλλική Επανάσταση και όλες οι μεγάλες επαναστάσεις που άλλαξαν για πάντα την τροχιά του κόσμου. Ή έτσι τέλος πάντων πιστεύαμε τότε που ήμασταν νέοι και αισιόδοξοι και εξερευνούσαμε την Ευρώπη και όλες τις δυνατότητες που μπορεί να προσφέρει στους ανθρώπους που ονειρεύονται, αντιστέκονται και ψάχνουν το δρόμο τους έξω από τα σύνορα που πέθαιναν σιγά σιγά, μέσα στο νέο διεθνιστικό κίνημα που αναδυόταν και τις νέες τεχνολογίες που μας έδιναν μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία για επικοινωνία και κοινές δράσεις μεταξύ των λαών. Την περίοδο εκείνη οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είχαν σοσιαλιστικές κυβερνήσεις, με τα χίλια στραβά τους, πάντως σοσιαλιστικές, η κρίση του καπιταλισμού ήταν πολύ μακρυά και από το μυαλό της μαντάμ Μέρκελ σίγουρα δεν περνούσε η ιδέα ότι θα μπορούσε να γίνει μια νέα Θάτσερ με ευρωπαϊκό εκτόπισμα.

.

Στη Γερμανία ταξίδεψα πολλές φορές ακόμα για να συναντήσω τους φίλους μου, όλοι τους δεύτερης γενιάς μετανάστες που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εκεί με μίσος γι’ αυτή τη χώρα που, παρά τη θριαμβολογία περί του πολυ-πολιτισμικού της μοντέλου, ποτέ δεν τους έδωσε την ευκαιρία για μια ειλικρινή και ολοκληρωμένη ενσωμάτωση. Οι φίλοι μου στη Γερμανία είναι μια χαμένη γενιά που μεταφέρεται από πόλη σε πόλη μη περιμένοντας απολύτως τίποτα, νοσταλγούν την Ελλάδα που ποτέ δεν έζησαν και ποτέ δεν θα επιστρέψουν, παγιδευμένοι μέσα στα δικά τους σύνορα που ποτέ δεν κατάφεραν να σπάσουν. Τους ακούω να μιλάνε για τη ζωή τους και στεναχωριέμαι γιατί η μοναξιά τους είναι η πιο άγρια μοναξιά που έχω δει. Επίσης ποτέ μου δεν τη ζήλεψα την τάξη και την καθαριότητα της Γερμανίας και ποτέ μου δεν μπόρεσα να αποκωδικοποιήσω τον τρόπο που σκέφτονται, νιώθουν κι επικοινωνούν εκεί οι άνθρωποι. Έχει κάτι αυτή η χώρα που δεν σε αφήνει να την αγαπήσεις πραγματικά γιατί αυτός ο άτυπος κοινωνικός κανόνας που σου απαγορεύει την οικειότητα είναι βραχνάς στο λαιμό.

.

Το Βερολίνο όμως το αγαπώ όσο καμιά άλλη πόλη στον κόσμο γιατί δεν είναι Γερμανία ή τουλάχιστον δεν ήταν μέχρι πρόσφατα. Διαβάζω ένα παλιό μου κείμενο σε κάποιο περιοδικό με τίτλο MEIN BERLIN, το καταδικό μου Βερολίνο, που έγραφα ότι αυτή η πόλη είναι «ο μέσα σου τόπος, πυξίδα στη συνείδηση, ο τόπος για να ζεις χωρίς να χρειάζεται να αποδείξεις τίποτα και σε κανένα, γιατί το Βερολίνο δεν είναι ο άγριος καπιταλισμός της Φραγκφρούρτης, ούτε η συγκλονιστική τάξη του Ντίσελντορφ, ούτε το μουσειακό αράχνιασμα της Βόννης». Όλα αυτά πριν τέσσερα-πέντε χρόνια, με τον ενθουσιασμό του «εδώ συμβαίνουν όλα και εγώ δεν είμαι εδώ»Αυτή τη φορά όμως ένιωσα ότι το Βερολίνο αλλάζει. Μετά την πτώση του τείχους η πόλη έκανε τον κύκλο της και τώρα σιγά σιγά μεταμορφώνεται στην ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που δεν υπήρξε ποτέ, οι καταλήψεις κλείνουν, τα ενοίκια αυξάνονται, το τείχος γκρεμίζεται οριστικά για να φτιάξουν οι πλούσιοι βίλες δίπλα στο ποτάμι, τίτλοι ιδιοκτησίας για τα εγκαταλελειμμένα κτίρια βάζουν σιγά σιγά τέλος στις κολεκτίβες, τα κινήματα αποδιοργανώνονται και διαλύονται καθώς έρχεται η ανάπτυξη. Μακάρι να κάνω λάθος, μου φαίνεται όμως ότι σε μερικά χρόνια το Βερολίνο θα είναι μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα καρτ ποστάλ, όπως το Λονδίνο και το Παρίσι, φτιαγμένη για τουρίστες και όχι για πραγματικούς ανθρώπους που αναπνέουν αέρα ελευθερίας μέσα από τη συλλογικότητα και την αυτό-οργάνωση. Και καθώς ο ήλιος δύει από το παράθυρο μου στην Alexanderplatz, σκέφτομαι ότι μαζί με το Βερολίνο τελειώνει οριστικά και η Ευρώπη όπως την ξέραμε, οι νέοι της Ευρώπης νικήθηκαν κατά κράτος, η κοινή μας ευρωπαϊκή ταυτότητα αντί να μας ενώσει μας χώρισε, παγιδευτήκαμε κι εμείς μέσα στα σύνορα και μας έφαγαν όλους λάχανο οι φιλελεύθεροι κι οι τεχνοκράτες.

.

Χρόνια τώρα το Βερολίνο ήταν το καταφύγιο μου, ακόμα κι αν όλα πήγαιναν στραβά εγώ θα τα παράταγα και θα έφευγα κατά ‘κει, θα έμενα σε μια κατάληψη και θα ξεκινούσα τα πάντα απ’ την αρχή. Και να που τώρα επιστρέφω με ανακούφιση και κλειστούς λογαριασμούς. Το Βερολίνο θα είναι για πάντα MEIN BERLIN, όμως τώρα πια όλα συμβαίνουν στην Ελλάδα και εγώ θα είμαι εκεί.

.

6 Σχόλια leave one →
  1. evivoulgaraki permalink
    22 Απριλίου, 2013 5:14 μμ

    Έχω σπίτι μου ένα άγαλμα, που το λέμε «Συνάντηση». Μπετό και σίδερο που το λυγίσαμε σε αγκάλιασμα… Το έφτιαξα με εκείνον από ένα κομμάτι του τείχους, που ξηλώσαμε με τα χέρια μας. Ποτέ δεν έζησα στην πόλη αυτή… Τη γνώρισα όμως από την ανατολή προς τη δύση. Αγάπησα τη γκρίζα της ανατολή, των ζεστών ανθρώπων, και ταράχτηκα με το φανταχτερό κάποιων δυτικοβερολινέζων που μου σχολίαζαν από την πρώτη στιγμή της διέλευσης, βαυκαλιζόμενοι με τη δική τους υποτιθέμενη υπεροχή. Αυτά τη δεκαετία του ’80. Το ’90 ήμουν στ’ αλήθεια εκεί, εκεί που χτυπούσε η καρδιά της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η πόλη νησί πάνω σε θάλασσα σταχτιά. Η πόλη του μυστηρίου. Η πόλη του έρωτα και της επανάστασης, Η πόλη των διαδηλώσεων. Η πόλη που έκλεισε τις πληγές του διχασμού… Η ανθρωπογεωγραφία της, μια μοναδική ποικιλία… Τα φθαρμένα παπούτσια και τα γκριζωπά ρούχα, απ’ τη μια… τα ατσαλάκωτα κουστούμια και η αυθάδεια από την άλλη. Κι ανάμεσα ένας παράξενος, πολύχρωμος κόσμος, καλλιτεχνών, διανοουμένων, φοιτητών… Επέστρεψα μια δυο φορές και παρακολουθούσα τη δειλή αρχικά, πλήρη αργότερα μεταμόρφωση. Έχασα τα σημάδια μου. Σήμερα πια συνδέω το Βερολίνο με ακούσματα ενός δημόσιου λόγου που μοιάζει με κρώξιμο κουρούνας. Das ist nicht mein Berlin. Δεν με συνδέει πια τίποτε, παρά η μνήμη, που τη στρατωνίζω σε λογική παράταξη. Μια ελπίδα ανομολόγητη, μια ουτοπία, ίσως φενάκη και πάνω απ’ όλα το δάκρυ της διάψευσης… Wie toll!

    • 23 Απριλίου, 2013 9:17 πμ

      Ωραία ιστορία! Διαβάζοντας την σκεφτόμουν ότι ίσως τελικά όλοι μας ζητάμε παράλογα πράγματα από μια πόλη κι αυτή η διάψευση ίσως δεν έχει να κάνει με το Βερολίνο αλλά με το προσωπικό μας βίωμα. Στην τελικά, αν θέλουμε την πόλη ουτοπία ας τη φτιάξουμε οι ίδιοι εκεί που ζούμε 🙂

  2. 23 Απριλίου, 2013 2:51 πμ

    έχω τέσσερα χρόνια να πάω στο Βερολίνο. και δε μου αρέσει καθόλου αυτό που λες. 😦 πρεπει να ξαναπαω να δω τι του κάνανε και το χαλάνε 😦

    • 23 Απριλίου, 2013 9:11 πμ

      Καθόλου δεν το χαλάσανε, εξακολουθεί να είναι η ομορφότερη πόλη του κόσμου, μη νομίζεις 🙂 απλά στο μέλλον ίσως γίνει πιο «φυσιολογική» πόλη, πιο δυτική βασικά, αυτό είναι το πρόβλημα μου. Αλλά μην ακούς τι γράφω εγώ που είμαι γεροπαράξενος, η μπανάνα στο σύνδεσμο παραπάνω τα λέει καλύτερα 🙂

  3. 23 Απριλίου, 2013 10:10 πμ

    Εμένα «μου αρέσανε τα μπαρ στο Βερολίνο» κι ας μην πήγα ποτέ εκεί, ούτε στο Bleibtreu Cafe

    • 24 Απριλίου, 2013 12:23 μμ

      Αχ! πόσο εύκολα ξεχνάμε
      το έγκλημα φυσάει ξανά από παντού
      «Berlin, ach du Berlin»
      «Berlin, ach du Berlin»
      Sie heißt Lilli Marlen !!!

      Μην ανησυχείς βρε Γιώργο, θα σε πάρω εγώ να πάμε μαζί στο Bleibtreu Cafe να ξεκουφάνουμε τους Γερμανούς με τις αγριοφωνάρες μας 🙂

Σχολιάστε